Η αγγλική λέξη "chocolate" πιστεύεται ότι προέρχεται από την λέξη των μάγια "xocoatl" ή από την αντίστοιχη των Ατζέκων "cacahuatl". Η ινδιάνικη λέξη για την σοκολάτα προέρχεται από τις λέξεις "choco"=αφρός και "atl"=νερό. Αρχικά η σοκολάτα καταναλωνόταν μόνο σε υγρή μορφή. Σαν μέρος της γαμήλιας τελετής γύρω στο δωδέκατο αιώνα, προσέφεραν στους νεόνυμφους μια κούπα με αφρώδες κακάο. Ο Arthur W.Knapp, συγγραφέας του "Το κακάο κι η βιομηχανία σοκολάτας" (Pitman, 1923) τονίζει ότι εάν πιστέψουμε την Μεξικάνικη μυθολογία, "η σοκολάτα καταναλωνόταν από τους θεούς στον παράδεισο και οι σπόροι του κακάο μεταβιβάστηκαν στον άνθρωπο σαν μια ειδική ευλογία από τον θεό του ανέμου". Οι αρχαίοι μεξικάνοι πίστευαν ότι η Τονακατεκούτλι, η θεά του φαγητού και η Καλτσιουτλουκούε, η θεά των υδάτων, ήσαν οι προστάτιδες θεές τού κακάο. Κάθε χρόνο έκαναν ανθρωποθυσίες στις θεές, δίνοντας κακάο σαν τελευταίο γεύμα στο θύμα. Ο Σουηδός φυσιοδίφης Carolus Linnaeus (1707-1778) μη ικανοποιημένος από την λέξη "κακάο", το μετονόμασε σε "θεοβρώμα" από το ελληνικό "τροφή των θεών". Λέγεται ότι ο Χριστόφορος Κολόμβος, είχε φέρει μαζί του στο τέταρτο ταξίδι του στον Νέο Κόσμο, σπόρους κακάο στον βασιλιά Φερδινάνδο, αλλά δεν τους δόθηκε ιδιαίτερη σημασία, εξ αιτίας των άλλων θησαυρών που είχε ανακαλύψει.